Απανθίσματα από το Γεροντικό

Ο ΑΒΒΑΣ Σέργιος διηγείτο το ακόλουθο περιστατικό στους υποτακτικούς του για να τους αποδείξει πόσο κερδίζει ο ταπεινός:
Κάποτε κατεβαίναμε στην πόλη με τον μακαρίτη το Γέροντα μου και δυο ακόμα Αδελφούς. Στο δρόμο, χωρίς να το καταλάβουμε, πέσαμε σε ένα χωράφι και πατήσαμε λίγα σπαρτά. Μόλις το πήρε είδηση ο ιδιοκτήτης, που έσκαβε πιο πέρα, έγινε έξω φρενών από το θυμό του. Ήλθε κοντά μας και άρχισε να μας βρίζει με το χειρότερο τρόπο:


-Καλόγεροι είσαστε εσείς; Έχετε Θεό μέσα σας αν φοβόσαστε τον Θεό, θα υπολογίζατε τους ξένους κόπους.
-Για την αγάπη του Χριστού, μην απαντήσει κανένας, μας ψιθύρισε ο Γέροντας. Ύστερα γύρισε στον χωριάτη με ταπεινοσύνη:
-Έχεις δίκιο, παιδί μου, του είπε, αν είχαμε φόβο Θεού θα προσέχαμε και δεν θα κάναμε τέτοια ζημιά. Σφάλλαμε, συγχώρησε μας, για την αγάπη του Κυρίου.
Με μιας ο χωρικός ηρέμησε. Τα ταπεινά λόγια του γέροντα έσβησαν τον θυμό του. Ντράπηκε για όσα προηγουμένως είχε πει και πέφτοντας στα γόνατα του είπε:
-Συχώρεσε με, άνθρωπε του Θεού, και πάρε με μαζί σου να γίνω και εγώ Καλόγερος
Ο γέροντας τον δέχτηκε μετά χαράς και από τότε έμεινε για πάντα στην υποταγή του.

ΑΚΟΥΓΟΝΤΑΣ ο ευσεβής Έπαρχος της Αλεξανδρείας την καλή φήμη του Αββά Μωησέως του Αιθίοπος, ανέβηκε κάποτε στη σκήτη να τον γνωρίσει από κοντά. Σαν το έμαθε όμως εκείνος, έφυγε κρυφά από την καλύβα του και πήγε κατά το έλος. Στο δρόμο συνάντησε τον άρχοντα και την ακολουθία του, που έτυχε να περνάνε από εκεί. Οι ξένοι, που δεν τον γνώρισαν, τον σταμάτησαν και τον ρώτησαν να τους δήξει την καλύβα του Αββά Μωυσέως.
-Τι γυρεύετε από αυτόν; Έκανε με αποστροφή ο Γέροντας. Αυτός είναι άνθρωπος μωρός.
Ο άρχοντας λυπήθηκε που είχε κάνει άδικα τόσο κόπο. Όταν έφτασε στην εκκλησία της σκήτης, είπε στους κληρικούς:
-Κάτω στην πόλη λένε τόσα καλά για τον Αββά Μωυσή, για αυτό ξεκίνησα να τον συναντήσω. Μα πριν από λίγο συναντήθηκα με έναν Καλόγερο και έμαθα από λόγου του πως πρόκειται για ανόητο άνθρωπο.
-Τι άνθρωπος ήταν αυτός, ρώτησαν αγανακτισμένοι οι κληρικοί, που τόλμησε να μιλήσει έτσι για τον Άγιο.
-Ένας μελαψός Καλόγερος, πολύ ψηλός με τριμμένα ρούχα.
Οι κληρικοί γέλασαν με την καρδιά τους.
-Άμ αυτός είναι ο Αββάς Μωυσής.
Ο άρχοντας θαύμασε την ταπεινοσύνη του Γέροντα και γύρισε στην πόλη ωφελημένος.